«Στίς 29 Μαΐου 1453, ἕνας πολιτισμός σαρώθηκε ἀμετάκλητα. Εἶχε ἀφήσει μία ἔνδοξη κληρονομιά στά Γράμματα καί στήν Τέχνη. Εἶχε βγάλει χῶρες ὁλόκληρες ἀπό τή βαρβαρότητα καί εἶχε δώσει σέ ἄλλες τήν ἐκλέπτυνση τῶν ἠθῶν. Γιά 11 αἰῶνες ἡ Κωνσταντινούπολις ἦταν τό κέντρο ἑνός κόσμου φωτός», ἀποφαίνεται ἐπιγραμματικά ὁ κορυφαῖος ἄγγλος βυζαντινολόγος Στῆβεν Ράνσιμαν.
Μέ τήν εὐκαιρία τῆς μνήμης τῆς ἁλώσεως ἀξίζει νά θυμηθοῦμε μέ ἁδρές πινελιές τί ὄντως προσέφερε τό Βυζάντιο στόν παγκόσμιο πολιτισμό.
Καταρχήν ἡ Ρωμανία -τό 1562 ἐφευρέθηκε ὁ ὅρος Βυζάντιο ἀπό τόν Ἰερεμία Βόλφ- διέσωσε τήν ἑλληνική γλῶσσα καί τήν πολιτιστική κληρονομιά. Χρησιμοποιώντας τήν Ἑλληνική ἔδωσε στόν κόσμο ἕνα πλῆρες καί ἀκριβές ὄργανο ἐπικοινωνίας, κατάλληλο νά ἐκφράσει καί τίς πιό λεπτές ἰδέες. Ἡ Πόλη ὑπῆρξε ὁ ἱερός φύλακας τοῦ παλαιοῦ θησαυροῦ, τό μεγάλο κέντρο τῆς ἐκπολιτιστικῆς δημιουργίας, πού ἐμψύχωσε τήν κληρονομιά τῆς ἀρχαιότητας μέ τή νέα πνοή τοῦ χριστιανισμοῦ καί ἔδωσε νέα ὤθηση, καθώς ἀποτέλεσε δυναμογόνο κοίτασμα γιά τόν πολιτισμό.
Ὁ μητροπολίτης Καισαρείας Ἀρέθας φρόντισε νά ἀντιγραφοῦν ὀρθά καί νά διασωθοῦν πολλά ἔργα τῶν ἀρχαίων ἑλλήνων συγγραφέων. Τό παράδειγμά του βρῆκε πολλούς μιμητές. Στά περισσότερα μοναστήρια τοῦ Βυζαντίου ὑπῆρχαν ἐπιτελεῖα καλλιγράφων μοναχῶν, οἱ ὁποῖοι συνεχῶς ἀντέγραφαν ἀρχαῖα συγγράμματα σέ παπύρους καί περγαμηνές. Μέ αὐτόν τόν τρόπο δέν χάθηκε ὁ πνευματικός θησαυρός τῶν ἀρχαίων προγόνων. Τό 75% περίπου τῶν γνωστῶν σήμερα ἀρχαίων ἑλλήνων συγγραφέων μᾶς ἔγινε γνωστό μέσῳ βυζαντινῶν χειρογράφων.
Ἀλλά ἡ Ρωμανία δέν ἦταν ἁπλός θεματοφύλακας· ἦταν διαμορφωτής καί δημιουργός. Ποιητές καί ἱστορικοί, φιλόσοφοι καί ρήτορες στή Βασιλεύουσα, «τόν προμαχώνα τοῦ πολιτισμοῦ», βρῆκαν ἄσυλο. Ἡ Θεολογία, ἡ Φιλοσοφία, τό Δίκαιο, ἡ Ποίηση, ἡ Ὑμνογραφία καί ἄλλες ἐπιστῆμες γνώρισαν καταπληκτική ἄνθηση. Ρωμανός ὁ Μελωδός, Ἰωάννης Δαμασκηνός, Κοσμᾶς Μαϊουμᾶ, Ἰωσήφ ὁ ὑμνογράφος, Ἀνδρέας Κρήτης, Παῦλος Σιλεντιάριος, Μιχαήλ Ἰταλικός καί ἄλλοι ἀκόμη μέ τήν ἄνωθεν φώτιση χάρισαν στή βυζαντινή ποίηση ἀπαράμιλλους στίχους. Γιά τή μεγαλόπνοη τέχνη γενικά αὐτῆς τῆς περιόδου ὁ Στῆβεν Ράνσιμαν δήλωνε μέ θαυμασμό: «Κάποιοι ὑποστηρίζουν ὅτι τό Βυζάντιο δέν εἶχε τέχνη... Η βυζαντινή τέχνη ἦταν ἀπό τίς μεγαλύτερες σχολές τέχνης παγκοσμίως.
Κανένας ἀρχαῖος Ἕλληνας δέ θά μποροῦσε νά χτίσει τήν Ἁγία Σοφία, αὐτό ἀπαιτοῦσε πολύ βαθιά τεχνική γνώση. Κάποιοι, ξέρετε, ὑποστηρίζουν ὅτι ἡ βυζαντινή τέχνη εἶναι στατική. Δέν ἦταν καθόλου στατική, ἀλλά ἦταν μία σχολή τέχνης ἀπό τίς σημαντικότερες στόν κόσμο, πού ὅσο περνᾶ ὁ καιρός ἐκτιμᾶται ὅλο καί περισσότερο, κι ὅσοι ἕλληνες διανοούμενοι σᾶς λένε ὅτι τό Βυζάντιο δέ δημιούργησε τίποτε, εἶναι τυφλοί».
Ἀναπτύχθηκαν ἐπίσης μεγάλα μοναστικά κέντρα, ἐμφανίσθηκαν μεγάλες μορφές ἁγίων Πατέρων. Τό Βυζάντιο ὑπῆρξε ὁ κυριότερος ἐκπολιτιστικός παράγων τῆς ἀνθρωπότητας. Οἱ ἱεραπόστολοι μέ ἀπίστευτο ἡρωισμό καί αὐταπάρνηση ἐξορμοῦσαν ἀπό τίς ἐρήμους τῆς Σιβηρίας μέχρι τίς ἐσχατιές τῆς Αἰθιοπίας καί ἐξημέρωναν τούς λαούς μέ τό φῶς τοῦ Εὐαγγελίου. Ἀπό τήν Ἰρλανδία μέχρι τήν Κίνα ἐντοπίζουμε ἐπιδράσεις τῆς βυζαντινῆς τέχνης. Καί εἶναι γνωστό ὅτι τό Βυζάντιο δημιούργησε τή γλῶσσα καί τή φιλολογία τῶν σλαβικῶν λαῶν.
Ἐπίσης κατά τή βυζαντινή περίοδο τά μαθηματικά, ἡ ἀστρονομία, ἡ ἰατρική, ἡ βοτανολογία, ἡ ζωολογία παρουσιάζουν ἰδιαίτερη ἄνθηση. Ὁ φιλόσοφος Λέων, ὁ Γεώργιος Παχυμέρης, ὁ Θεόδωρος Μετοχίτης, ὁ Νικηφόρος Γρηγορᾶς προσέφεραν ἀνεκτίμητες ὑπηρεσίες στίς φυσικομαθηματικές ἐπιστῆμες. Ὁ Ὀρειβάσιος τελειοποίησε τήν ἱπποκρατική ἰατρική. Ὁ Ἀέτιος ὁ Ἀμιδηνός, ὁ Ἀλέξανδρος ἀπό τίς Τράλλεις, ὁ Θεόφιλος ὁ πρωτοσπαθάριος συνέβαλαν τά μέγιστα στόν τομέα τῆς ἰατρικῆς ἐπιστήμης. Ἡ χειρουργική πρακτική ἔφτασε σέ μεγάλο βαθμό αὐτοτέλειας, ἐνῶ μέ ἐντυπωσιακό τρόπο οἱ γιατροί καταγίνονταν μέ θέματα παθολογίας καί θεραπευτικῆς.
Ἀναπτύχθηκε ἐπίσης ὑψηλή κοινωνική πρόνοια καί φιλανθρωπία γιά πρώτη φορά μέ ὀργανωμένη μορφή. Μέ τή στοργική φροντίδα τῆς Ἐκκλησίας ἱδρύθηκαν νοσοκομεῖα μέ ἀποκορύφωμα τό περίφημο ἵδρυμα τοῦ αὐτοκράτορα Ἰωάννη Β΄ Κομνηνοῦ στό συγκρότημα τῆς μονῆς Παντοκράτορος. Διέθετε συνολικά 50 κρεβάτια, κλινικές εἰδικοτήτων, ὅπως χειρουργική, ὀφθαλμολογική, γυναικολογική, ἐξωτερικά ἰατρεῖα καί φαρμακεῖο.
Σέ κάθε μικρό ἤ μεγάλο βυζαντινό μοναστήρι ἔβρισκαν καταφύγιο καί περίθαλψη οἱ ταξιδιῶτες, οἱ πτωχοί καί οἱ ἄρρωστοι. Σέ ὅλες τίς πόλεις τοῦ βυζαντινοῦ κράτους ὑπῆρχαν νοσοκομεῖα, πού φρόντιζαν γιά τήν ἀνακούφιση καί τή θεραπεία τῶν ἀσθενῶν, ἀνεξάρτητα ἀπό ἐπάγγελμα, ἐθνότητα ἤ φύλο. Ἱδρύματα γιά πτωχούς γέρους, λεπρούς, τυφλούς, ὀρφανά, χῆρες, πρόσφυγες, ναυαγούς καί ὁδοιπόρους ὑπῆρχαν σέ ὅλα τά σημεῖα τῆς αὐτοκρατορίας, στίς πόλεις, στήν ὕπαιθρο καί κυρίως μέσα στά μοναστήρια. Κάθε πόλη τῆς βυζαντινῆς αὐτοκρατορίας εἶχε ἀνάλογα μέ τίς ἀνάγκες τοῦ πληθυσμοῦ τά ἀπαραίτητα εὐαγῆ ἱδρύματα καί τούς γιατρούς της.
Ἀκόμη καί σέ δύσκολες ἱστορικές συνθῆκες, ὅπως μετά τήν ἅλωση ἀπό τούς Φράγκους τό 1204, ἐνῶ ἡ αὐτοκρατορία ἔφθινε καί κατέρρεε πολιτικά, οἰκονομικά καί στρατιωτικά, παρουσιάσθηκε ἕνας ἀξιοσημείωτος πνευματικός δυναμισμός μέ θαυμαστές ἀναλαμπές σέ ὅλες τίς ἐκφάνσεις τοῦ πολιτισμοῦ, γνωστός ὡς «Παλαιολόγεια Ἀναγέννηση».
Χαρακτηριστικότερη καί δυναμικότερη παρουσία ὑπῆρξε ὁ Ἡσυχασμός τοῦ ΙΔ' αἰώνα μέ κύριο ἐκπρόσωπό του τόν ἅγιο Γρηγόριο τόν Παλαμᾶ.
Ἄς σταθοῦμε καί σέ μία ἄλλη παράμετρο: Πόσοι στήν Εὐρώπη ἀναγνωρίζουν ὅτι ἡ Ρωμανία λειτούργησε ὡς ἀσπίδα καί ὀχυρό γιά τούς ἐξ ἀνατολῶν ἐπίβουλους, ὥστε νά μπορεῖ ἡ Δύση νά ἐφησυχάζει, νά ὀργανώνεται, νά ἐκπολιτίζεται; Οὗννοι (5ος αἰώνας), Σλάβοι (6ος), Πέρσες, Ἄβαροι, Ἄραβες (7ος), Κουμάνοι, Πετσενέγοι, Σελτζοῦκοι (8ος-10ος), Ὀθωμανοί (15ος) δοκίμασαν νά πλήξουν τή δύναμή της καί νά μεταβάλουν -«εἰς μάτην»- τά σύνορα τῆς Εὐρώπης!
Τό Βυζάντιο ἀναμφισβήτητα εὐεργέτησε πολλαπλῶς καί πολυτρόπως τήν ἀνθρωπότητα. Εἶναι τόσο πολλά τά ἐπιτεύγματα καί τά εὐεργετήματά του, ὥστε νά καταντᾶ ἄδικο σύγχρονοι Γραικύλοι νά λησμονοῦν ὅτι τοῦ χρωστοῦμε εὐγνωμοσύνη καί νά ἐπιδιώκουν ἀπευθείας διασύνδεση μέ τήν ἀρχαία Ἑλλάδα, ὑποτιμώντας τή φωτεινή τροχιά του.
Πηγή: Ακτίνες