ΧΘΕΣ, ἀγαπητοί μου, ἦταν ἡ ἑορτὴ τῶν 2 κορυφαίων ἀποστόλων, Πέτρου καὶ Παύλου. Σήμερα ἡ ἑορτὴ συνεχίζεται· εἶνε ἡ ἑορτὴ ὅλων μαζὶ τῶν 12 ἀποστόλων.
Οἱ 12 ἀπόστολοι! Εἶνε οἱ 12 θεμέλιοι λίθοι τῆς Ἐκκλησίας μὲ ἀκρογωνιαῖο λίθο τὸ Χριστό· εἶνε οἱ 12 σάλπιγγες, ποὺ ἡ φωνή τους ἀκούστηκε στὰ πέρατα τοῦ κόσμου· εἶνε τὰ 12 ἀστέρια, ποὺ φωτίζουν τὸν πνευματικὸ οὐρανὸ τῆς Ἐκκλησίας.
Νὰ τοὺς ἐπαινέσουμε; νὰ περιγράψουμε τὴ ζωή τους; νὰ διηγηθοῦμε τὸν βίο καὶ τὰ θαύματά τους; Θὰ ἔπρεπε γιὰ τὸν καθένα ἀπόστολο νὰ κάνουμε κι ἀπὸ ἕνα ἰδιαίτερο κήρυγμα, μία ξεχωριστὴ ὁμιλία· θὰ ἔπρεπε δηλαδὴ νὰ κάνουμε 12 κηρύγματα. Ἀλλὰ ποῦ τέτοια ὄρεξι! Δὲν ὑπάρχει. Ἄλλα ἀστέρια τώρα μεσουρανοῦν. Ἐκεῖνα ποὺ προβάλλει κάθε βράδυ ὁ διάβολος καὶ τὰ παιδιὰ κρατοῦν τὶς φωτογραφίες τους. Ἂν ρωτήσῃς τοὺς νέους μας, δὲν ξέρουν νὰ σοῦ ποῦν οὔτε τὰ ὀνόματα τῶν 12 ἀποστόλων· ξέρουν ὅμως τὰ ἀστέρια τοῦ Χόλλυγουντ.
Δὲν τιμῶνται οἱ ἀπόστολοι. Μιὰ φορὰ τὸ χρόνο γιορτάζουν ὅλοι μαζὶ οἱ 12 αὐτοὶ ἀστέρες τοῦ οὐρανοῦ, καὶ ὅμως ἐλάχιστοι ἐκκλησιάζονται στοὺς ναοὺς γιὰ νὰ τοὺς τιμήσουν.
Δὲν θὰ ἐκτυλίξω τὴν πνευματικὴ ταινία τοῦ βίου τῶν ἁγίων ἀποστόλων· θὰ ἀρκεσθῶ μόνο σὲ μία γενικὴ θεώρησι καὶ παρατήρησι.
* * *
Ἡ ζωὴ τῶν ἀποστόλων διαιρεῖται σὲ δύο περιόδους· στὴν περίοδο προτοῦ νὰ γνωρίσουν τὸ Χριστό, καὶ στὴν περίοδο ἀφοῦ τὸν γνώρισαν. Διότι ἀπὸ τὴν ἡμέρα ἐκείνη ἔγινε ἡ μεγάλη ἀλλαγὴ στὴ ζωή τους. Ὅποιος γνωρίζει τὸ Χριστὸ καὶ μετανοεῖ, τὸ ἔχει ζήσει αὐτό· ἔχει δύο ἐποχὲς στὴ ζωή του, τὴ μαύρη καὶ τὴ λευκή. Ἐσεῖς βλέπετε τὴ ζωή σας νὰ διαιρῆται ἔτσι; ἔχετε σημειώσει τέτοια μέρα, ποὺ μὲ τὸ μαχαίρι κόψατε τὴ ζωή σας στὰ δυό;
Οἱ ἀπόστολοι, προτοῦ νὰ γνωρίσουν τὸ Χριστό, ζοῦσαν μιὰ ἥσυχη ζωή. Ἔχετε βρεθῆ σὲ νησιά, ἔχετε δεῖ τοὺς ψαρᾶδες πῶς ζοῦν; Ἔ, ἔτσι περίπου ζοῦσαν καὶ αὐτοί. Ψάρευαν τὴ νύχτα, γύριζαν τὸ πρωί, πουλοῦσαν τὰ ψάρια ποὺ ἔπιαναν, κ᾽ ἔτσι ἔβγαζαν τὸ ψωμί τους. Εἶχαν τὴ χαρὰ τοῦ οἰκογενειάρχου ―οἱ περισσότεροι ἦταν παντρεμένοι―, νὰ βλέπουν στὸ τραπέζι τὴ γυναῖκα καὶ τὰ παιδιά τους. Τὸ ὄνειρό τους ἦταν, νὰ δοῦν τ᾽ ἀγόρια καὶ τὰ κορίτσια τους νὰ μεγαλώνουν καὶ νὰ παντρεύωνται· κι ὅταν πλέον γεράσουν κι ἀσπρίσουν τὰ μαλλιά τους, ν᾽ ἀφήσουν τὶς βάρκες καὶ τὰ ψαρέματα, ν᾽ ἀποσυρθοῦν στὸ σπίτι σὲ μιὰ γωνιά, νὰ χαίρωνται τὰ παιδιά τους, νὰ χαϊδεύουν μὲ τὰ γέρικα χέρια τους τὰ ἐγγονάκια τους, νὰ τοὺς διηγοῦνται κρατώντας τὸ κομπολόι τὶς ὄμορφες θαλασσινὲς ἱστορίες, καὶ κάπως ἔτσι νὰ κλείσῃ ἡ ζωή τους. Λοιπὸν ἔτσι ἔγινε;
Ὄχι. Δὲν ἔζησαν ἔτσι· δὲν πέθαναν μέσα στὶς οἰκογένειές τους. Ἔχασαν τὴν ἡσυχία, ἔπεσαν σὲ μεγάλο ἀγῶνα, καὶ τελείωσαν τὴ ζωή τους μέσα στὰ μπουντρούμια τῶν φυλακῶν. Γιατί; Πῶς ἄλλαξε ἡ ζωή τους; Πῶς ἄφησαν τὰ σπίτια τους κ᾽ ἔπεσαν στὴν πιὸ μεγάλη περιπέτεια; Τί ἦταν ἐκεῖνο ποὺ τοὺς τράβηξε; Εἶνε εὔκολο ἕνας ἄντρας ν᾽ ἀφήσῃ τὴ γυναῖκα του, τὸ παιδί του, τὸν τόπο του, καὶ νὰ φύγῃ καὶ νὰ περιπλανᾶται μακριά; Τί ἦταν ἐκεῖνο ποὺ ἄλλαξε τὰ πράγματα; Τί συνέβη; Συνέβη κάτι ποὺ γλῶσσα ἀνθρώπου δὲν μπορεῖ νὰ τὸ περιγράψῃ.
Μιὰ μέρα, ἐκεῖ ποὺ ἔρριχναν τὰ δίχτυα, παρουσιάστηκε μπροστά τους, ἐκεῖ στὴν ἀκρογιαλιά, ἕνας ἄγνωστος. Ἐκεῖνος, ποὺ καὶ σήμερα ἐξακολουθεῖ νὰ εἶνε ὁ μεγάλος Ἄγνωστος. Ποιός εἶνε ὁ Ἄγνωστος αὐτός; Ἂς φέρουμε τὸ ὄνομά του, ἂς πηγαίνουμε στὶς ἐκκλησίες του κι ἂς τοῦ ἀνάβουμε κεριά· εἶνε ἄγνωστος. Εἶνε ὁ Χριστός! Ἀπὸ τοὺς χίλιους ζήτημα ἕνας νὰ γνωρίζῃ τὸ Χριστό. Γιατὶ ἂν ἀνοίξῃς τὶς καρδιὲς τῶν ἀνθρώπων, θὰ βρῇς τρεῖς ἔρωτες· ἀγαποῦν τὸ χρῆμα, τὴν ἡδονὴ καὶ τὴ δόξα. Ἂν ἀνοίγαμε ὅμως τὶς καρδιὲς τῶν ἀποστόλων, δὲν θὰ βλέπαμε τέτοιους ἔρωτες. Ἄναψε μέσα τους μιὰ πυρκαϊὰ μεγάλη, ἡ φωτιὰ τοῦ οὐρανοῦ ποὺ λέγεται θεία ἀγάπη καὶ θεϊκὸς ἔρωτας γιὰ τὸ Χριστό. Τί τοὺς ἔταξε, τί τοὺς εἶπε ὁ Χριστὸς καὶ ἄλλαξαν; «Δεῦτε ὀπίσω μου» (Ματ. 4,19). Κι ἀπὸ τὴν ὥρα ἐκείνη τὸν ἀκολούθησαν κι ἄλλαξε ἡ ζωή τους.
Σὰν νὰ τοὺς βλέπω τοὺς 12 αὐτοὺς ἀνθρώπους, ποὺ δὲν εἴμαστε ἄξιοι νὰ φιλήσουμε τὰ πόδια τους. Εἶνε ἕτοιμοι ν᾽ ἀφήσουν τὰ δίχτυα, τὰ σπίτια, τὶς γυναῖκες τους κλαμένες, τὴν πατρίδα τους, τὸν κόσμο. Ἐκεῖ ποὺ ξεκινοῦν, πλησιάζω καὶ τοὺς ρωτῶ· ―Ποιός σᾶς ξεσήκωσε; ποῦ πᾶτε; Καὶ ἀπαντοῦν ὅλοι μ᾽ ἕνα στόμα· ―Πᾶμε νὰ ὑποτάξουμε τὸν κόσμο στὸ Χριστό. ―Καὶ ποιοί εἶστε σεῖς; μὲ ποιά δύναμι; ποῦ εἶνε τὰ χρήματα, οἱ γνώσεις, τὰ ὅπλα σας; ―Δὲν ἔχουμε τίποτα ἀπ᾽ αὐτά· μόνο ὅπλο μας ἡ πίστι στὸ Χριστό… Καὶ ξεκίνησαν. Εὐλογημένη ἡ στιγμή – ὅσοι εἶστε ἄντρες, θυμηθῆτε τὴν ὥρα ὅταν σᾶς κάλεσε ἡ πατρίδα καὶ δώσατε τὸ παρών. Εὐλογημένη ἡ στιγμὴ ποὺ ἔπεσαν στὴ μεγάλη περιπέτεια τοῦ εὐαγγελίου. Σὰν τοὺς ἀετοὺς πέταξαν ἀπὸ βουνὸ σὲ βουνό, γιὰ νὰ κηρύξουν τὸ Χριστό.
Γιὰ νὰ καταλάβετε τί δύσκολο ἦταν αὐτὸ ποὺ ἔκαναν, θὰ φέρω ἕνα παράδειγμα. Φανταστῆτε νὰ πάρετε 12 πρόβατα καὶ νὰ τὰ ῥίξετε μέσα σ᾽ ἕνα κοπάδι λύκων πεινασμένων. Θὰ μείνῃ τίποτα;… Ἔτσι τοὺς εἶπε ὁ Χριστός· «Ἰδοὺ ἐγὼ ἀποστέλλω ὑμᾶς ὡς πρόβατα ἐν μέσῳ λύκων» (Ματθ. 10,16). Λύκοι οἱ φαρισαῖοι, οἱ αὐτοκράτορες, οἱ ἀξιωματοῦχοι, οἱ φιλόσοφοι. Καὶ τώρα τί βλέπω τί ἀκούω· τὰ πρόβατα νίκησαν τοὺς λύκους! Καὶ ὄχι μόνο τοὺς νίκησαν, ἀλλὰ καὶ ἔκαναν καὶ τοὺς λύκους ἀρνιά! τοὺς ἀγρίους τοὺς ἔκαναν ἁγίους, τοὺς εἰδωλολάτρες τοὺς ἔκαναν Χριστιανούς. Πῶς ἔγινε αὐτό; Ἂν διαβάζετε τὴ Γραφή, θὰ ἔχετε δεῖ μιὰ προφητεία ποὺ λέει ὅτι θὰ ἔρθῃ μέρα ποὺ «θὰ βοσκήσῃ λύκος μαζὶ μὲ ἀρνί» (βλ. Ἠσ. 11,6). Αὐτὸ λοιπὸν πραγματοποιήθηκε στοὺς ἁγίους ἀποστόλους· ἔκαναν καὶ τοὺς λύκους πρόβατα, τοὺς ἐξημέρωσαν καὶ τοὺς ἔκαναν κι αὐτοὺς ποίμνιο τοῦ Χριστοῦ.
Στὴν Κωνσταντινούπολι ἕνας εὐσεβὴς βασιλιᾶς, τιμώντας τὴ μνήμη τους, ἔκτισε τὸν περίφημο ναὸ τῶν Ἁγίων Ἀποστόλων καὶ διέταξε, ἐπάνω σὲ μάρμαρο νὰ γράψουν τὰ ὀνόματά τους καὶ πῶς πέθανε ὁ καθένας, ὥστε ὅλη ἡ Πόλις νὰ τοὺς θυμᾶται καὶ νὰ τοὺς τιμᾷ. Οἱ ἀπόστολοι δὲν πέθαναν στὰ σπίτια τους, κοντὰ στὶς γυναῖκες τους· πέθαναν σκορπισμένοι στὰ πέρατα τοῦ κόσμου. Πέθαναν γιὰ μᾶς· εἶνε οἱ πιὸ μεγάλοι εὐεργέτες τοῦ κόσμου. Ἔγραφε λοιπὸν στὴ μαρμάρινη ἐκείνη πλάκα τὰ ἑξῆς.1ος ὁ Πέτρος σφάχτηκε στὴ ῾Ρώμη. 2ος ὁ Ἀνδρέας σταυρώθηκε στὴν Πάτρα ἀνάποδα. 3ος ὁ Ἰωάννης ὁ εὐαγγελιστής, ὁ ἠγαπημένος μαθητής, πέθανε ἐξόριστος στὴν Πάτμο. 4ος ὁ Ἰάκωβος σφάχτηκε σὰν ἀρνὶ στὰ Ἰεροσόλυμα. 5ος ὁ Βαρθολομαῖος μαρτύρησε στοὺς Ἰνδούς, 6ος ὁ Θωμᾶς μαρτύρησε ἐπίσης στὶς Ἰνδίες χτυπημένος μὲ λόγχες· ἔτσι καὶ ὅλοι οἱ ἄλλοι, καὶ τέλος 13ος ὁ Παῦλος σφάχτηκε μέσα στὰ μπουντρούμια τῆς ῾Ρώμης. Ποτέ ὁ κόσμος δὲν χρωστοῦσε τόσα πολλὰ σὲ τόσο λίγους.
* * *
Ἀπόστολοι ἦταν, ἀγαπητοί μου, αὐτοί. Κ᾽ ἐμεῖς σήμερα τί εἴμαστε; Οἱ παπᾶδες, οἱ δεσποτάδες, ὁ ἀρχιεπίσκοπος, ὁ πατριάρχης, ὅλοι ἐμεῖς οἱ κληρικοί, εἴμαστε τώρα διάδοχοί τους. Ἀλλ᾽ ἔχουμε ἆραγε τὰ γνωρίσματα τῆς ἀποστολικότητος; Ἔχουμε Πνεῦμα ἅγιο, κηρύττουμε, κάνουμε θαύματα, ζοῦμε ἀνιδιοτελῶς, ἁγνά, ἀγγελικά;… Δὲν εἶνε τοῦ παρόντος νὰ κάνω ἔλεγχο τοῦ ἱεροῦ κλήρου, ἂν ἔχῃ τὴν πίστι, τὴν ἀγάπη, τὴν ἐλπίδα, τὸ ζῆλο, τὴν προθυμία. Ἐδῶ ἀπευθύνομαι στὸ λαὸ καὶ λέω τὰ ἑξῆς, μὲ τὰ ὁποῖα καὶ τελειώνω.
Πόσοι εἶνε σήμερα οἱ ἐκκλησιαζόμενοι κατὰ μέσον ὅρον; Ἕνα ἐκκλησίασμα εἶνε πάνω – κάτω 200 Χριστιανοί; Οἱ ἀπόστολοι ἦταν 12, καὶ ἄλλαξαν ὅλο τὸν κόσμο· 200 Χριστιανοὶ σήμερα τί θὰ μποροῦσαν νὰ κάνουν! Δὲ λέω νὰ κάνουμε ὅ,τι ἔκαναν ἐκεῖνοι, νὰ πᾶμε μακριά, στὴν Ἀφρικὴ καὶ στὴν Ἀσία καὶ στὶς Ἰνδίες ἢ ἀλλοῦ. Ἂς γίνουμε μικροὶ ἀπόστολοι. Ἐδῶ, δίπλα μας, κάποιοι περιμένουν. Ὑπάρχουν φτωχοὶ ποὺ δὲν ἔχουν ψωμὶ νὰ φᾶνε, ἄρρωστοι ποὺ περιμένουν μιὰ ἐπίσκεψι, αἱρετικοὶ ποὺ ταλαιπωροῦνται στὶς πλάνες, ἁμαρτωλοὶ ποὺ ἐπὶ δεκαετίες δὲν ἔχουν ἐξομολογηθῆ. Τί περιμένουν; Ἐμᾶς! Νὰ τρέξουμε σ᾽ αὐτούς. Εἴμαστε σήμερα ἐδῶ 200. Θέλετε νὰ τιμήσουμε τοὺς ἀποστόλους; Βάζω πετραχήλι καὶ κανόνα· θὰ κολαστῆτε, ἐὰν δὲν ὁδηγήσετε μιὰ ψυχὴ στὸ Χριστό. Ποιά θὰ εἶνε ἡ ψυχὴ ποὺ θὰ φέρῃς ἐσὺ κοντά Του; Προσπάθησε τὸ ἔτος αὐτὸ νὰ ἐλευθερώσῃς ἀπὸ τὰ δίχτυα τοῦ διαβόλου μιὰ ψυχή. Χριστιανός, ποὺ δὲν εὐεργετεῖ τὸν ἄλλο καὶ δὲν ἔφερε κάποιον κοντὰ στὸ Χριστό, δὲν εἶνε Χριστιανός.
† ἐπίσκοπος Αὐγουστῖνος